ΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΑΓΡΙΑΣ ΦΥΣΗΣ
THE CALL OF THE WILD
Σκηνοθεσία: Κρις Σάντερς.
Πρωταγωνιστούν: Χάρισον Φορντ, Κάρεν Γκίλαν.
Διάρκεια: 100 λεπτά
Ώρα έναρξης: Πέμπτη & Παρασκευή 21.00 (Μία προβολή)
O Μπακ είναι o όμορφος, έξυπνος σκύλος με την μεγάλη καρδιά, που ζει ήσυχα και αγαπημένα μαζί με μια οικογένεια στην Καλιφόρνια. Η ευτυχισμένη ζωή του ανατρέπεται όταν ξαφνικά απάγεται από το σπίτι του και μεταφέρεται στην εξωτική και άγρια Αλάσκα την περίοδο της μεγάλης εξόρυξης χρυσού το 1890. Ως το νεότερο μέλος μιας ομάδας σκύλων για αποστολές αλληλογραφίας – αργότερα γίνεται ο αρχηγός τους – ο Μπακ θα βιώσει την εμπειρία της ζωής του. Εκεί ο τετράποδος φίλος θα συναντηθεί με τον Τζον Θόρντον (Χάρισον Φορντ – καλός), που ηθελημένα και λόγω προσωπικών καταστάσεων έχει αποσυρθεί από τα εγκόσμια, ψάχνοντας τον εαυτό του και την ηρεμία στην αγριάδα της φύσης.
Μια ταινία βασισμένη στο πασίγνωστο, συγκινητικό μυθιστόρημα του Τζακ Λόντον «Το Κάλεσμα της Άγριας Φύσης» (The Call of the Wild), δημοσιευμένο για πρώτη φορά το 1903 στο περιοδικό «The Saturday Evening Post». Το βιβλίο του Λόντον, για την ιστορία να αναφέρουμε, ότι μεταφράστηκε σε 47 γλώσσες και είναι μέσα στην πρώτη δεκάδα της κλασσικής αμερικάνικης λογοτεχνίας, καθώς αφηγείται μια συγκλονιστική ιστορία ταξιδιού, περιπέτειας και φιλίας σε απρόσιτες, πλην όμως μαγευτικές, περιοχές της Βορείου Αμερικής, που ο συγγραφέας είχε δει μόνο σε φωτογραφίες.
Ταινία με αρκετές στιγμές συναισθηματικής φόρτισης, βασισμένες κυρίως στη σχέση ανθρώπου-σκύλου, με το cgi να βοηθά κατά πολύ στην υλοποίηση, όπως και η ερμηνεία του Harrison Ford, που παίζει με ψυχή όντας εγκλιματισμένος στη γενική ατμόσφαιρα και χωρίς απλά να λέει τις ατάκες του. Έχουμε έναν χαρακτήρα ολοκληρωμένο και καλογραμμένο, που ανεβάζει το γενικότερο level με την όλη του εμπειρία, ενώ οι σκηνές του με τον τετράποδο ήρωα είναι γεμάτες συναίσθημα και καλώς εννοούμενο ''διδακτισμό''. Φιλμ που αποφεύγει να ηθικολογήσει με τρόπο υπερβολικό ή κραχτό, πέφτει ωστόσο στην παγίδα της εύκολης-κουραστικής χρήσης του voice over σε κάποια σημεία, αφήνοντας έναν χαρακτήρα περισσότερο off screen απ' το πρέπον. Κατά τα άλλα, έχουμε μια άκρως ενδιαφέρουσα και πολύ καλή μεταφορά της νουβέλας του London, που τιμά κατά πολύ τους μικρούς αλλά και μεγαλύτερους φίλους που θα σπεύσουν να παρακολουθήσουν το καλύτερο δείγμα οικογενειακού σινεμά εδώ και καιρό.
ΦΥΓΑΜΕ
ONWARD
Σκηνοθεσία: .
Διάρκεια: 102 λεπτά
Ώρα έναρξης: Σάββατο & Κυριακη 21.00 (Μία προβολή)
(Μεταγλωττισμένη)
Δύο αδέλφια-ξωτικά έχουν την ευκαιρία να φέρουν τον πατέρα τους ξανά στη ζωή για μία μέρα χάρη σε ένα μαγικό ραβδί και ένα ξόρκι που έχει αφήσει πίσω για τα παιδιά του. Έτσι, ξεκινάει μία απίθανη περιπέτεια που τους αποκαλύπτει ότι υπάρχει ακόμα μαγεία εκεί έξω.
Η ιστορία μας συστήνει τον Ίαν, ένα ξωτικό που έχει χάσει τον πατέρα του πριν γεννηθεί. Ανασφαλής και εσωστρεφής, ο Ίαν λαχταρά να αποκτήσει αυτοπεποίθηση και δύναμη. Είναι σίγουρος ότι αν είχε μεγαλώσει με τον μπαμπά του, θα τα είχε και τα δύο. «Είναι ντροπαλός και άτσαλος» λέει ο σκηνοθέτης. «Τον κάναμε ταίρι με τον ατίθασο και χαοτικό μεγάλο αδελφό, τον Μπάρλεϊ, που όλο του προκαλεί προβλήματα. Ο Μπάρλεϊ θέλει να του μάθει τη ζωή, αλλά ο Ίαν δεν είναι σίγουρος ότι ο Μπάρλεϊ ξέρει για τι πράγμα μιλάει». Ο Ίαν γίνεται 16 και θέλει πιο πολύ από κάθε άλλη φορά να γίνει καλύτερος, πιο θαρραλέος, πιο πολύ σαν τον μπαμπά του. Οπότε, όταν η μαμά δίνει στα αγόρια ένα δώρο που είχε αφήσει ο πατέρας τους, ο Ίαν βλέπει μια ευκαιρία να αποκτήσει αυτό που ονειρευόταν, να έχει την καθοδήγηση του πατέρα του. «Ο μπαμπάς άφησε ένα γράμμα για τους γιους του μαζί με ένα μυστήριο ξόρκι που τους εξασφαλίζει μία μέρα ακόμα μαζί του. Όταν αρρώστησε, ήθελε να έχει έναν τρόπο να τους ξαναδεί να μεγαλώνουν». Ο Μπάρλεϊ αρπάζει την ευκαιρία, αφού πάντα πίστευε στη μαγεία. Αλλά το ξόρκι δεν πάει κατ’ ευχήν. «Καταλήγουν να έχουν μόνο τα πόδια του μπαμπά τους, που είναι ολοζώντανα» λέει ο σκηνοθέτης. «Έχουν 24 ώρες για να βρουν τρόπο να τον επαναφέρουν ολόκληρο πριν εξαφανιστεί τελείως».
Μία πρωτότυπη περιπέτεια από την Pixar φέρνει τη μαγεία στη μεγάλη οθόνη και στη ζωή δύο νεαρών ξωτικών που ζουν μία απρόβλεπτη, συγκινητική και ξεκαρδιστική περιπέτεια χάρη σε ένα ξόρκι που πήγε στραβά. Σε ένα σύγχρονο παράλληλο σύμπαν, όπου τίποτα δεν είναι όπως το ξέρουμε, συναντάμε ξωτικά-έφηβους, μονόκερους-χαμίνια, δράκους-κατοικίδια, Κενταύρους-αστυνόμους και πολλά άλλα μυθικά, αξέχαστα πλάσματα.
Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΤΡΥΠΙΑΣ ΚΑΡΔΙΑΣ
Σκηνοθεσία: Γιάννης Οικονομίδης.
Πρωταγωνιστούν: Στάθης Σταματουλακάτος, Βαγγέλης
Μουρίκης, Λένα Κιτσοπούλου.
Διάρκεια: 140 λεπτά
Ώρα έναρξης: Πέμπτη – Κυριακή 22.45 (Μία προβολή)
Διατηρώντας το γνωστό ύφος του, αλλά πιο απολαυστικός και καυστικός από ποτέ, ο Γιάννης Οικονομίδης επιστρέφει με την πολυαναμενόμενη γκανγκστερική μαύρη κωμωδία «Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΤΡΥΠΙΑΣ ΚΑΡΔΙΑΣ». Η υπόθεση της ταινίας, που γυρίστηκε στη Λαμία, περιστρέφεται γύρω από μια γοητευτική γυναίκα, η οποία αποφασίζει να εγκαταλείψει τον επιχειρηματία σύζυγό της για έναν ιδιοκτήτη νυχτερινού κέντρου και πρώην λαϊκό τραγουδιστή. Δεν αρκείται όμως σε αυτό - εγκαταλείποντας τη συζυγική εστία, η μοιχαλίδα παίρνει μαζί της κι ένα εκατομμύριο ευρώ... Φυσικά, ο σύζυγος παρανοεί, και ορκίζεται εκδίκηση. Εν τω μεταξύ, ο υπόκοσμος της νύχτας, στη μικρή επαρχιακή πόλη, μπαίνει σε αναβρασμό γύρω από το παράνομο ζευγάρι. Και το κερασάκι στην τούρτα: οι φοβερές μαμάδες των δύο αντεραστών δεν θα κάτσουν με σταυρωμένα χέρια...
Μετά τη μεγάλη θεατρική επιτυχία του έργου του «Στέλλα Κοιμήσου», ο δημιουργός των ταινιών «Σπιρτόκουτο», «Η ψυχή στο στόμα», «Μαχαιροβγάλτης» και «Το μικρό ψάρι», επανέρχεται στον «φυσικό» του χώρο, τον κινηματογράφο, με μια ταινία στην οποία παρουσιάζει το γκροτέσκο της ανθρώπινης συμπεριφοράς με οργή αλλά και τρυφερότητα. Η γνωστή «οικονομιδική» σκληρή γλώσσα υπάρχει κι εδώ, εμπλουτισμένη όμως με κοφτερό χιούμορ, αλλά όχι σαν αυτοσκοπός (που ποτέ δεν ήταν στις ταινίες του Οικονομίδη), παρά σαν μέσο, σαν όχημα για να ειπωθούν, και να παρουσιαστούν στην οθόνη, κάποιες κωμικοτραγικές αλήθειες της σημερινής ελληνικής κοινωνίας.
Σκυλάδικο ο «Κροκόδειλος» και Ελληνίδες μαμάδες με φαρμακερά ταπεράκια - αδίστακτοι εκτελεστές με λεπτά αισθήματα και λαδωμένοι μπάτσοι: η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς είναι ένα οπτικοποιημένο μπλουζ της επαρχίας και της νύχτας, ένα μαύρο ελληνικό γουέστερν. Βία σε όλες τις εκφάνσεις, βρισιές, εικόνες υπερβολής που αποτυπώνουν το παράλογο της ελληνικής πραγματικότητας είναι σταθερά μοτίβα στις ταινίες του Οικονομίδη, μόνο που εδώ όλα φιλτράρονται μέσα από την κωμωδία και τη σάτιρα. Ένα επαρχιακό γκανγκστερικό ιντερλούδιο με επιρροές από τους αδερφούς Κοέν, θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει την επιστροφή του Έλληνα σκηνοθέτη στη μεγάλη οθόνη, που τα έχει όλα: μαμάδες με ταπεράκια έτοιμες να σκοτώσουν για το σπλάχνο τους, καψούρες, πάθη, μίση, δολοφόνους με ευαισθησίες, αλήστου μνήμης ατάκες που θα σας κάνουν να γελάσετε με την καρδιά σας, ανατροπές και ίντριγκες, αλλά και χαρακτηριστικούς τύπους της ελληνικής κοινωνίας, που ενσαρκώνουν σταθεροί συνεργάτες του Οικονομίδη, αλλά και new entries, όπως οι κυρίες Βασιλική Καλλιμάνη και Σοφία Κουνιά, που ως μαμάδες των Βασίλη Μπισμπίκη και Γιάννη Τσορτέκη, κλέβουν τις εντυπώσεις.
ΠΑΡΑΣΙΤΑ
GISAENGCHUNG
Σκηνοθεσία: Μπονγκ Τζουν-χο.
Πρωταγωνιστούν: Σονγκ Κανγκ - Χο, Γιανγκ Χίε - τζιν.
Διάρκεια: 132 λεπτά
Ώρα έναρξης: Δευτέρα 21.30 (Μία προβολή)
Τρίτη & Τετάρτη 23.00 (Μια προβολή)
Η οικογένεια των Κιμ είναι αγαπημένη, αλλά είναι όλοι τους άνεργοι και το μέλλον τους διαγράφεται ζοφερό. Ο γιος της οικογενείας βρίσκει δουλειά ως καθηγητής ιδιαιτέρων κι ελπίζει επιτέλους σε σταθερό εισόδημα. Κουβαλώντας τις προσδοκίες όλης του της οικογένειας, πηγαίνει για συνέντευξη στο σπίτι των Παρκ- ιδιοκτητών μια διεθνούς εταιρίας πληροφορικής, για να συναντήσει την κυρία του σπιτιού. Μετά την πρώτη αυτή συνάντηση, ξεκινάει ένας χείμαρρος ατυχών συμβάντων.
Κάθε νέα ταινία του Μπονγκ Τζουν-Χο είναι από μόνη της ένα γεγονός, αλλά για τα «Παράσιτα», η αναμονή ήταν ιδιαίτερα μεγάλη. Έχοντας δουλέψει την τελευταία δεκαετία σε διεθνείς παραγωγές (Snowpiercer και Okja), ο Μπονγκ επέστρεψε στην πατρίδα του για μια ταινία που είναι επικεντρωμένη στο σκηνικό της, αλλά πιο φιλόδοξη στην εκτέλεση της. Τα «Παράσιτα» δεν είναι απλά μια νέα ταινία, αλλά μια καινούρια αρχή για την ήδη πετυχημένη καριέρα του Μπονγκ Τζουν-Χο.
Ο σκηνοθέτης φρόντισε να μην αποκαλύψει πολλά πριν την πρεμιέρα της ταινίας, αλλά κατά μία έννοια, καμία προγενέστερη γνώση δε θα μπορούσε να μειώσει την εμπειρία των «Παράσιτων», όταν τη βλέπει κανείς για πρώτη φορά. Παντελώς απρόβλεπτη στην εξέλιξη της, η ταινία αντιστέκεται στην κατηγοριοποίηση και δεν ανήκει σε κανένα από τα υπάρχοντα είδη ταινιών. Ένα απολαυστικό μείγμα μαύρης κωμωδίας, κοινωνικού σχολιασμού, σάτιρας κι αγωνίας, τα "Παράσιτα" είναι μια ταινία που αρνείται να κατηγοριοποιηθεί σε κάποιο είδος ή ακόμα να συγκριθεί με οποιαδήποτε άλλη.
Το σχόλιο που κάνουν τα «Παράσιτα» για τη σύγχρονη κοινωνία είναι ιδιαίτερα καυστικό. Σε μια εποχή που η οικονομική πόλωση και η ανισότητα δε δείχνουν να υποχωρούν, πολλοί άνθρωποι νοιώθουν όλο και περισσότερο πιο απελπισμένοι, υπάρχει ο πειρασμός της καταφυγής σε απλές μονοδιάστατες λύσεις. Τα «Παράσιτα» είναι μια ειλικρινής αλληγορία για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σ’ έναν κόσμο όπου η συνύπαρξη γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη να επιτευχθεί.
Ο Μπονγκ Τζουν-Χο έχοντας δουλέψει την τελευταία δεκαετία σε διεθνείς παραγωγές, επιστρέφει στην πατρίδα του (Νότια Κορέα) με μια εντελώς μη αναμενόμενη ταινία, όπου αναμειγνύοντας δεξιοτεχνικά διάφορα κινηματογραφικά είδη, αποτελεί τελικά μια κατηγορία από μόνη της.
Ξεκινώντας ως μια μαύρη κωμωδία με γκροτέσκ στοιχεία, ο Μπονγκ μας συστήνει ανορθόδοξους ήρωες, που εκπροσωπούν διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, και δημιουργεί το κατάλληλο περιβάλλον για τα όσα θα ακολουθήσουν. Ο ρεαλισμός συναντά το ψυχολογικό θρίλερ και το σπλάτερ, ενώ δεν λείπουν και στιγμές αυθεντικής ποιητικής συγκίνησης που κάνουν τα «Παράσιτα » μοναδικά.
Ανατρέποντας συνεχώς τις συνθήκες αλλά και την ίδια την ηθική των προσώπων του, ο Μπονγκ δημιουργεί μια ξεχωριστή πολιτική ταινία, που αποφεύγει τις καταγγελίες και τον διδακτισμό κι εντυπωσιάζει με την κριτική της ματιά, αποδεικνύοντας πως οι οικονομικές συνθήκες είναι αυτές που διαμορφώνουν τη συνείδηση των ανθρώπων μέσα σε έναν κόσμο, όπου η συνύπαρξη είναι σχεδόν αδύνατη, παρά τις καλές προθέσεις της κάθε πλευράς.
ΜΕΤΑ ΤΟ ΓΑΜΟ
AFTER THE WEDDING
Σκηνοθεσία: Μπαρτ Φρέντλιχ.
Πρωταγωνιστούν: Μισέλ Γουίλιαμς, Τζούλιαν Μουρ.
Διάρκεια: 112 λεπτά
Ώρα έναρξης: Τρίτη & Τετάρτη 21.00 (Μία προβολή)
Στα περίχωρα της ερειπωμένης, αρχαίας πόλης της Καλκούτα βρίσκεται ένα ορφανοτροφείο. Η Ίζαμπελ έχει δουλέψει σκληρά για να φροντίζει τα παιδιά που ζουν εκεί. Όντας σε απελπιστική οικονομική ανάγκη για να κρατήσει το ορφανοτροφείο σε λειτουργία, έχει φαινομενικά βρει τον τέλειο ευεργέτη και πρέπει να ταξιδέψει στην Νέα Υόρκη για να συναντήσει την γυναίκα που προθυμοποιήθηκε να την βοηθήσει. Ριμέικ της ομώνυμης δανέζικης ταινίας (After the Wedding - Efter Brylluppet) της Σούζαν Μπίερ, η οποία είχε διεκδικήσει το 2007 το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας. Με την βραβευμένη με Όσκαρ Τζούλιαν Μουρ και την τέσσερις φορές υποψήφια για Όσκαρ Μισέλ Oυίλιαμς.
Η ταινία ήδη από την αρχή δείχνει την αντιπαράθεση των δύο διαφορετικών κοινωνιών: της τεράστιας φτώχειας στην Καλκούτα και τον υπερβολικό πλούτο της Νέας Υόρκης. Το πρόγραμμα των γυρισμάτων ήταν σφιχτοδεμένο και οι προϋπολογισμοί όχι και πολύ μεγάλοι αλλά οι Μάικλς, Φίνκελ και Φρέντλιχ κατάφεραν και μάζεψαν μια ικανότατη ομάδα από τεχνικούς για να δημιουργήσουν τα εκπληκτικά visuals τα οποία απεικονίζουν πανέμορφα το χάσμα ανάμεσα στις ζωές της Ίζαμπελ και της Τερέσα.
Ξεκινώντας από τις πρακτικές τοποθεσίες της Νέας Υόρκης, η location manager Τζίλιαν Στράικερ (‘’Χωρίς Μέτρο’’, ‘’Το Δείπνο’’) δούλεψε στενά με τον σκηνοθέτη και την ομάδα παραγωγής για να βρουν τους κατάλληλους χώρους που αναπαριστούν εμβληματικά τη ζωή της Τερέσα, χώροι ακριβώς αντίθετοι με εκείνους που εκπροσωπούν την Ίζαμπελ. «Ο Μπαρτ ήταν ενθουσιασμένος με τους χώρους που διαλέξαμε, ήταν κρίσιμοι για την ιστορία», λέει η Στράικερ. «Οι κατοικίες των πρωταγωνιστών έπρεπε να αντιπροσωπεύουν τους χαρακτήρες τους».
Για την οπτική ταυτότητα της ταινίας, ο Φρέντλιχ απευθύνθηκε στον διευθυντή φωτογραφίας Χούλιο Μάκατ (‘’Μόνος στο Σπίτι’’, ‘’The Life of the Party’’), με τον οποίο έχει συνεργαστεί ξανά στο παρελθόν. «Είμαι πολύ χαρούμενος που έχω κάποιον γνωστό μου και μπορώ να συνεννοηθώ πολύ καλύτερα», λέει ο σκηνοθέτης. «Οι ευρυγώνιες λήψεις μας ενίσχυσαν αρκετά τα δραματικά στοιχεία της ταινίας», ισχυρίζεται ο Μάκατ.
Η υπεύθυνη σχεδιασμού παραγωγής Γκρέις Γιουν (‘’Η Τελευταία Αρπαχτή, Η Διαδοχή’’), που συνεργάζεται πρώτη φορά με το Φρέντλιχ, τον εντυπωσίασε από την πρώτη στιγμή της συνάντησής τους. «Αμέσως κατανόησε την ιστορία και μου είπε πώς την ενέπνεε», λέει ο ίδιος. Η Γιουν χρησιμοποίησε φωτογραφικό υλικό από την επίσκεψή της στην Ινδία για να διαμορφώσει κατάλληλα τις χρωματικές παλέτες στα σκηνικά, στα κοστούμια και στους χαρακτήρες. «Εστίασα κυρίως στους τόνους των χρωμάτων, θέλαμε να είναι ουδέτεροι και απαλοί», λέει η Γιουν.
Όταν η ομάδα παραγωγής ταξίδεψε στην Ινδία για να κάνει γυρίσματα, αντιμετώπισαν ένα σωρό νέες προκλήσεις. Ήταν η περίοδος των μουσώνων και η Καλκούτα ήταν εκτός ορίων. Εξασφάλισαν έτσι ένα μέρος στην πόλη Καραϊκούντι, λίγο νοτιότερα και πιο κοντά στον Ισημερινό. Παρά τις δύσκολες συνθήκες γυρισμάτων, το αποτέλεσμα έδωσε αυθεντικότητα στις σκηνές της Ίζαμπελ στο ορφανοτροφείο χαρίζοντας και περίοπτη θέση στα χρώματα.
THE CALL OF THE WILD
Σκηνοθεσία: Κρις Σάντερς.
Πρωταγωνιστούν: Χάρισον Φορντ, Κάρεν Γκίλαν.
Διάρκεια: 100 λεπτά
Ώρα έναρξης: Πέμπτη & Παρασκευή 21.00 (Μία προβολή)
O Μπακ είναι o όμορφος, έξυπνος σκύλος με την μεγάλη καρδιά, που ζει ήσυχα και αγαπημένα μαζί με μια οικογένεια στην Καλιφόρνια. Η ευτυχισμένη ζωή του ανατρέπεται όταν ξαφνικά απάγεται από το σπίτι του και μεταφέρεται στην εξωτική και άγρια Αλάσκα την περίοδο της μεγάλης εξόρυξης χρυσού το 1890. Ως το νεότερο μέλος μιας ομάδας σκύλων για αποστολές αλληλογραφίας – αργότερα γίνεται ο αρχηγός τους – ο Μπακ θα βιώσει την εμπειρία της ζωής του. Εκεί ο τετράποδος φίλος θα συναντηθεί με τον Τζον Θόρντον (Χάρισον Φορντ – καλός), που ηθελημένα και λόγω προσωπικών καταστάσεων έχει αποσυρθεί από τα εγκόσμια, ψάχνοντας τον εαυτό του και την ηρεμία στην αγριάδα της φύσης.
Μια ταινία βασισμένη στο πασίγνωστο, συγκινητικό μυθιστόρημα του Τζακ Λόντον «Το Κάλεσμα της Άγριας Φύσης» (The Call of the Wild), δημοσιευμένο για πρώτη φορά το 1903 στο περιοδικό «The Saturday Evening Post». Το βιβλίο του Λόντον, για την ιστορία να αναφέρουμε, ότι μεταφράστηκε σε 47 γλώσσες και είναι μέσα στην πρώτη δεκάδα της κλασσικής αμερικάνικης λογοτεχνίας, καθώς αφηγείται μια συγκλονιστική ιστορία ταξιδιού, περιπέτειας και φιλίας σε απρόσιτες, πλην όμως μαγευτικές, περιοχές της Βορείου Αμερικής, που ο συγγραφέας είχε δει μόνο σε φωτογραφίες.
Ταινία με αρκετές στιγμές συναισθηματικής φόρτισης, βασισμένες κυρίως στη σχέση ανθρώπου-σκύλου, με το cgi να βοηθά κατά πολύ στην υλοποίηση, όπως και η ερμηνεία του Harrison Ford, που παίζει με ψυχή όντας εγκλιματισμένος στη γενική ατμόσφαιρα και χωρίς απλά να λέει τις ατάκες του. Έχουμε έναν χαρακτήρα ολοκληρωμένο και καλογραμμένο, που ανεβάζει το γενικότερο level με την όλη του εμπειρία, ενώ οι σκηνές του με τον τετράποδο ήρωα είναι γεμάτες συναίσθημα και καλώς εννοούμενο ''διδακτισμό''. Φιλμ που αποφεύγει να ηθικολογήσει με τρόπο υπερβολικό ή κραχτό, πέφτει ωστόσο στην παγίδα της εύκολης-κουραστικής χρήσης του voice over σε κάποια σημεία, αφήνοντας έναν χαρακτήρα περισσότερο off screen απ' το πρέπον. Κατά τα άλλα, έχουμε μια άκρως ενδιαφέρουσα και πολύ καλή μεταφορά της νουβέλας του London, που τιμά κατά πολύ τους μικρούς αλλά και μεγαλύτερους φίλους που θα σπεύσουν να παρακολουθήσουν το καλύτερο δείγμα οικογενειακού σινεμά εδώ και καιρό.
ΦΥΓΑΜΕ
ONWARD
Σκηνοθεσία: .
Διάρκεια: 102 λεπτά
Ώρα έναρξης: Σάββατο & Κυριακη 21.00 (Μία προβολή)
(Μεταγλωττισμένη)
Δύο αδέλφια-ξωτικά έχουν την ευκαιρία να φέρουν τον πατέρα τους ξανά στη ζωή για μία μέρα χάρη σε ένα μαγικό ραβδί και ένα ξόρκι που έχει αφήσει πίσω για τα παιδιά του. Έτσι, ξεκινάει μία απίθανη περιπέτεια που τους αποκαλύπτει ότι υπάρχει ακόμα μαγεία εκεί έξω.
Η ιστορία μας συστήνει τον Ίαν, ένα ξωτικό που έχει χάσει τον πατέρα του πριν γεννηθεί. Ανασφαλής και εσωστρεφής, ο Ίαν λαχταρά να αποκτήσει αυτοπεποίθηση και δύναμη. Είναι σίγουρος ότι αν είχε μεγαλώσει με τον μπαμπά του, θα τα είχε και τα δύο. «Είναι ντροπαλός και άτσαλος» λέει ο σκηνοθέτης. «Τον κάναμε ταίρι με τον ατίθασο και χαοτικό μεγάλο αδελφό, τον Μπάρλεϊ, που όλο του προκαλεί προβλήματα. Ο Μπάρλεϊ θέλει να του μάθει τη ζωή, αλλά ο Ίαν δεν είναι σίγουρος ότι ο Μπάρλεϊ ξέρει για τι πράγμα μιλάει». Ο Ίαν γίνεται 16 και θέλει πιο πολύ από κάθε άλλη φορά να γίνει καλύτερος, πιο θαρραλέος, πιο πολύ σαν τον μπαμπά του. Οπότε, όταν η μαμά δίνει στα αγόρια ένα δώρο που είχε αφήσει ο πατέρας τους, ο Ίαν βλέπει μια ευκαιρία να αποκτήσει αυτό που ονειρευόταν, να έχει την καθοδήγηση του πατέρα του. «Ο μπαμπάς άφησε ένα γράμμα για τους γιους του μαζί με ένα μυστήριο ξόρκι που τους εξασφαλίζει μία μέρα ακόμα μαζί του. Όταν αρρώστησε, ήθελε να έχει έναν τρόπο να τους ξαναδεί να μεγαλώνουν». Ο Μπάρλεϊ αρπάζει την ευκαιρία, αφού πάντα πίστευε στη μαγεία. Αλλά το ξόρκι δεν πάει κατ’ ευχήν. «Καταλήγουν να έχουν μόνο τα πόδια του μπαμπά τους, που είναι ολοζώντανα» λέει ο σκηνοθέτης. «Έχουν 24 ώρες για να βρουν τρόπο να τον επαναφέρουν ολόκληρο πριν εξαφανιστεί τελείως».
Μία πρωτότυπη περιπέτεια από την Pixar φέρνει τη μαγεία στη μεγάλη οθόνη και στη ζωή δύο νεαρών ξωτικών που ζουν μία απρόβλεπτη, συγκινητική και ξεκαρδιστική περιπέτεια χάρη σε ένα ξόρκι που πήγε στραβά. Σε ένα σύγχρονο παράλληλο σύμπαν, όπου τίποτα δεν είναι όπως το ξέρουμε, συναντάμε ξωτικά-έφηβους, μονόκερους-χαμίνια, δράκους-κατοικίδια, Κενταύρους-αστυνόμους και πολλά άλλα μυθικά, αξέχαστα πλάσματα.
Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΤΡΥΠΙΑΣ ΚΑΡΔΙΑΣ
Σκηνοθεσία: Γιάννης Οικονομίδης.
Πρωταγωνιστούν: Στάθης Σταματουλακάτος, Βαγγέλης
Μουρίκης, Λένα Κιτσοπούλου.
Διάρκεια: 140 λεπτά
Ώρα έναρξης: Πέμπτη – Κυριακή 22.45 (Μία προβολή)
Διατηρώντας το γνωστό ύφος του, αλλά πιο απολαυστικός και καυστικός από ποτέ, ο Γιάννης Οικονομίδης επιστρέφει με την πολυαναμενόμενη γκανγκστερική μαύρη κωμωδία «Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΤΡΥΠΙΑΣ ΚΑΡΔΙΑΣ». Η υπόθεση της ταινίας, που γυρίστηκε στη Λαμία, περιστρέφεται γύρω από μια γοητευτική γυναίκα, η οποία αποφασίζει να εγκαταλείψει τον επιχειρηματία σύζυγό της για έναν ιδιοκτήτη νυχτερινού κέντρου και πρώην λαϊκό τραγουδιστή. Δεν αρκείται όμως σε αυτό - εγκαταλείποντας τη συζυγική εστία, η μοιχαλίδα παίρνει μαζί της κι ένα εκατομμύριο ευρώ... Φυσικά, ο σύζυγος παρανοεί, και ορκίζεται εκδίκηση. Εν τω μεταξύ, ο υπόκοσμος της νύχτας, στη μικρή επαρχιακή πόλη, μπαίνει σε αναβρασμό γύρω από το παράνομο ζευγάρι. Και το κερασάκι στην τούρτα: οι φοβερές μαμάδες των δύο αντεραστών δεν θα κάτσουν με σταυρωμένα χέρια...
Μετά τη μεγάλη θεατρική επιτυχία του έργου του «Στέλλα Κοιμήσου», ο δημιουργός των ταινιών «Σπιρτόκουτο», «Η ψυχή στο στόμα», «Μαχαιροβγάλτης» και «Το μικρό ψάρι», επανέρχεται στον «φυσικό» του χώρο, τον κινηματογράφο, με μια ταινία στην οποία παρουσιάζει το γκροτέσκο της ανθρώπινης συμπεριφοράς με οργή αλλά και τρυφερότητα. Η γνωστή «οικονομιδική» σκληρή γλώσσα υπάρχει κι εδώ, εμπλουτισμένη όμως με κοφτερό χιούμορ, αλλά όχι σαν αυτοσκοπός (που ποτέ δεν ήταν στις ταινίες του Οικονομίδη), παρά σαν μέσο, σαν όχημα για να ειπωθούν, και να παρουσιαστούν στην οθόνη, κάποιες κωμικοτραγικές αλήθειες της σημερινής ελληνικής κοινωνίας.
Σκυλάδικο ο «Κροκόδειλος» και Ελληνίδες μαμάδες με φαρμακερά ταπεράκια - αδίστακτοι εκτελεστές με λεπτά αισθήματα και λαδωμένοι μπάτσοι: η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς είναι ένα οπτικοποιημένο μπλουζ της επαρχίας και της νύχτας, ένα μαύρο ελληνικό γουέστερν. Βία σε όλες τις εκφάνσεις, βρισιές, εικόνες υπερβολής που αποτυπώνουν το παράλογο της ελληνικής πραγματικότητας είναι σταθερά μοτίβα στις ταινίες του Οικονομίδη, μόνο που εδώ όλα φιλτράρονται μέσα από την κωμωδία και τη σάτιρα. Ένα επαρχιακό γκανγκστερικό ιντερλούδιο με επιρροές από τους αδερφούς Κοέν, θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει την επιστροφή του Έλληνα σκηνοθέτη στη μεγάλη οθόνη, που τα έχει όλα: μαμάδες με ταπεράκια έτοιμες να σκοτώσουν για το σπλάχνο τους, καψούρες, πάθη, μίση, δολοφόνους με ευαισθησίες, αλήστου μνήμης ατάκες που θα σας κάνουν να γελάσετε με την καρδιά σας, ανατροπές και ίντριγκες, αλλά και χαρακτηριστικούς τύπους της ελληνικής κοινωνίας, που ενσαρκώνουν σταθεροί συνεργάτες του Οικονομίδη, αλλά και new entries, όπως οι κυρίες Βασιλική Καλλιμάνη και Σοφία Κουνιά, που ως μαμάδες των Βασίλη Μπισμπίκη και Γιάννη Τσορτέκη, κλέβουν τις εντυπώσεις.
ΠΑΡΑΣΙΤΑ
GISAENGCHUNG
Σκηνοθεσία: Μπονγκ Τζουν-χο.
Πρωταγωνιστούν: Σονγκ Κανγκ - Χο, Γιανγκ Χίε - τζιν.
Διάρκεια: 132 λεπτά
Ώρα έναρξης: Δευτέρα 21.30 (Μία προβολή)
Τρίτη & Τετάρτη 23.00 (Μια προβολή)
Η οικογένεια των Κιμ είναι αγαπημένη, αλλά είναι όλοι τους άνεργοι και το μέλλον τους διαγράφεται ζοφερό. Ο γιος της οικογενείας βρίσκει δουλειά ως καθηγητής ιδιαιτέρων κι ελπίζει επιτέλους σε σταθερό εισόδημα. Κουβαλώντας τις προσδοκίες όλης του της οικογένειας, πηγαίνει για συνέντευξη στο σπίτι των Παρκ- ιδιοκτητών μια διεθνούς εταιρίας πληροφορικής, για να συναντήσει την κυρία του σπιτιού. Μετά την πρώτη αυτή συνάντηση, ξεκινάει ένας χείμαρρος ατυχών συμβάντων.
Κάθε νέα ταινία του Μπονγκ Τζουν-Χο είναι από μόνη της ένα γεγονός, αλλά για τα «Παράσιτα», η αναμονή ήταν ιδιαίτερα μεγάλη. Έχοντας δουλέψει την τελευταία δεκαετία σε διεθνείς παραγωγές (Snowpiercer και Okja), ο Μπονγκ επέστρεψε στην πατρίδα του για μια ταινία που είναι επικεντρωμένη στο σκηνικό της, αλλά πιο φιλόδοξη στην εκτέλεση της. Τα «Παράσιτα» δεν είναι απλά μια νέα ταινία, αλλά μια καινούρια αρχή για την ήδη πετυχημένη καριέρα του Μπονγκ Τζουν-Χο.
Ο σκηνοθέτης φρόντισε να μην αποκαλύψει πολλά πριν την πρεμιέρα της ταινίας, αλλά κατά μία έννοια, καμία προγενέστερη γνώση δε θα μπορούσε να μειώσει την εμπειρία των «Παράσιτων», όταν τη βλέπει κανείς για πρώτη φορά. Παντελώς απρόβλεπτη στην εξέλιξη της, η ταινία αντιστέκεται στην κατηγοριοποίηση και δεν ανήκει σε κανένα από τα υπάρχοντα είδη ταινιών. Ένα απολαυστικό μείγμα μαύρης κωμωδίας, κοινωνικού σχολιασμού, σάτιρας κι αγωνίας, τα "Παράσιτα" είναι μια ταινία που αρνείται να κατηγοριοποιηθεί σε κάποιο είδος ή ακόμα να συγκριθεί με οποιαδήποτε άλλη.
Το σχόλιο που κάνουν τα «Παράσιτα» για τη σύγχρονη κοινωνία είναι ιδιαίτερα καυστικό. Σε μια εποχή που η οικονομική πόλωση και η ανισότητα δε δείχνουν να υποχωρούν, πολλοί άνθρωποι νοιώθουν όλο και περισσότερο πιο απελπισμένοι, υπάρχει ο πειρασμός της καταφυγής σε απλές μονοδιάστατες λύσεις. Τα «Παράσιτα» είναι μια ειλικρινής αλληγορία για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σ’ έναν κόσμο όπου η συνύπαρξη γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη να επιτευχθεί.
Ο Μπονγκ Τζουν-Χο έχοντας δουλέψει την τελευταία δεκαετία σε διεθνείς παραγωγές, επιστρέφει στην πατρίδα του (Νότια Κορέα) με μια εντελώς μη αναμενόμενη ταινία, όπου αναμειγνύοντας δεξιοτεχνικά διάφορα κινηματογραφικά είδη, αποτελεί τελικά μια κατηγορία από μόνη της.
Ξεκινώντας ως μια μαύρη κωμωδία με γκροτέσκ στοιχεία, ο Μπονγκ μας συστήνει ανορθόδοξους ήρωες, που εκπροσωπούν διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, και δημιουργεί το κατάλληλο περιβάλλον για τα όσα θα ακολουθήσουν. Ο ρεαλισμός συναντά το ψυχολογικό θρίλερ και το σπλάτερ, ενώ δεν λείπουν και στιγμές αυθεντικής ποιητικής συγκίνησης που κάνουν τα «Παράσιτα » μοναδικά.
Ανατρέποντας συνεχώς τις συνθήκες αλλά και την ίδια την ηθική των προσώπων του, ο Μπονγκ δημιουργεί μια ξεχωριστή πολιτική ταινία, που αποφεύγει τις καταγγελίες και τον διδακτισμό κι εντυπωσιάζει με την κριτική της ματιά, αποδεικνύοντας πως οι οικονομικές συνθήκες είναι αυτές που διαμορφώνουν τη συνείδηση των ανθρώπων μέσα σε έναν κόσμο, όπου η συνύπαρξη είναι σχεδόν αδύνατη, παρά τις καλές προθέσεις της κάθε πλευράς.
ΜΕΤΑ ΤΟ ΓΑΜΟ
AFTER THE WEDDING
Σκηνοθεσία: Μπαρτ Φρέντλιχ.
Πρωταγωνιστούν: Μισέλ Γουίλιαμς, Τζούλιαν Μουρ.
Διάρκεια: 112 λεπτά
Ώρα έναρξης: Τρίτη & Τετάρτη 21.00 (Μία προβολή)
Στα περίχωρα της ερειπωμένης, αρχαίας πόλης της Καλκούτα βρίσκεται ένα ορφανοτροφείο. Η Ίζαμπελ έχει δουλέψει σκληρά για να φροντίζει τα παιδιά που ζουν εκεί. Όντας σε απελπιστική οικονομική ανάγκη για να κρατήσει το ορφανοτροφείο σε λειτουργία, έχει φαινομενικά βρει τον τέλειο ευεργέτη και πρέπει να ταξιδέψει στην Νέα Υόρκη για να συναντήσει την γυναίκα που προθυμοποιήθηκε να την βοηθήσει. Ριμέικ της ομώνυμης δανέζικης ταινίας (After the Wedding - Efter Brylluppet) της Σούζαν Μπίερ, η οποία είχε διεκδικήσει το 2007 το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας. Με την βραβευμένη με Όσκαρ Τζούλιαν Μουρ και την τέσσερις φορές υποψήφια για Όσκαρ Μισέλ Oυίλιαμς.
Η ταινία ήδη από την αρχή δείχνει την αντιπαράθεση των δύο διαφορετικών κοινωνιών: της τεράστιας φτώχειας στην Καλκούτα και τον υπερβολικό πλούτο της Νέας Υόρκης. Το πρόγραμμα των γυρισμάτων ήταν σφιχτοδεμένο και οι προϋπολογισμοί όχι και πολύ μεγάλοι αλλά οι Μάικλς, Φίνκελ και Φρέντλιχ κατάφεραν και μάζεψαν μια ικανότατη ομάδα από τεχνικούς για να δημιουργήσουν τα εκπληκτικά visuals τα οποία απεικονίζουν πανέμορφα το χάσμα ανάμεσα στις ζωές της Ίζαμπελ και της Τερέσα.
Ξεκινώντας από τις πρακτικές τοποθεσίες της Νέας Υόρκης, η location manager Τζίλιαν Στράικερ (‘’Χωρίς Μέτρο’’, ‘’Το Δείπνο’’) δούλεψε στενά με τον σκηνοθέτη και την ομάδα παραγωγής για να βρουν τους κατάλληλους χώρους που αναπαριστούν εμβληματικά τη ζωή της Τερέσα, χώροι ακριβώς αντίθετοι με εκείνους που εκπροσωπούν την Ίζαμπελ. «Ο Μπαρτ ήταν ενθουσιασμένος με τους χώρους που διαλέξαμε, ήταν κρίσιμοι για την ιστορία», λέει η Στράικερ. «Οι κατοικίες των πρωταγωνιστών έπρεπε να αντιπροσωπεύουν τους χαρακτήρες τους».
Για την οπτική ταυτότητα της ταινίας, ο Φρέντλιχ απευθύνθηκε στον διευθυντή φωτογραφίας Χούλιο Μάκατ (‘’Μόνος στο Σπίτι’’, ‘’The Life of the Party’’), με τον οποίο έχει συνεργαστεί ξανά στο παρελθόν. «Είμαι πολύ χαρούμενος που έχω κάποιον γνωστό μου και μπορώ να συνεννοηθώ πολύ καλύτερα», λέει ο σκηνοθέτης. «Οι ευρυγώνιες λήψεις μας ενίσχυσαν αρκετά τα δραματικά στοιχεία της ταινίας», ισχυρίζεται ο Μάκατ.
Η υπεύθυνη σχεδιασμού παραγωγής Γκρέις Γιουν (‘’Η Τελευταία Αρπαχτή, Η Διαδοχή’’), που συνεργάζεται πρώτη φορά με το Φρέντλιχ, τον εντυπωσίασε από την πρώτη στιγμή της συνάντησής τους. «Αμέσως κατανόησε την ιστορία και μου είπε πώς την ενέπνεε», λέει ο ίδιος. Η Γιουν χρησιμοποίησε φωτογραφικό υλικό από την επίσκεψή της στην Ινδία για να διαμορφώσει κατάλληλα τις χρωματικές παλέτες στα σκηνικά, στα κοστούμια και στους χαρακτήρες. «Εστίασα κυρίως στους τόνους των χρωμάτων, θέλαμε να είναι ουδέτεροι και απαλοί», λέει η Γιουν.
Όταν η ομάδα παραγωγής ταξίδεψε στην Ινδία για να κάνει γυρίσματα, αντιμετώπισαν ένα σωρό νέες προκλήσεις. Ήταν η περίοδος των μουσώνων και η Καλκούτα ήταν εκτός ορίων. Εξασφάλισαν έτσι ένα μέρος στην πόλη Καραϊκούντι, λίγο νοτιότερα και πιο κοντά στον Ισημερινό. Παρά τις δύσκολες συνθήκες γυρισμάτων, το αποτέλεσμα έδωσε αυθεντικότητα στις σκηνές της Ίζαμπελ στο ορφανοτροφείο χαρίζοντας και περίοπτη θέση στα χρώματα.