"Κάντο όπως ο Δήμος Παλλήνης", θα μπορούσε να τιτλοφορείται το business plan για το νοικοκύρεμα των Δήμων και κυρίως των οικονομικών τους, αφού παραμένει ένας πλεονασματικός Δήμος παρά την κρίση και το κούρεμα κατά 60% των πόρων που προορίζονταν προς την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Στο Reporter.gr μίλησε ο Δήμαρχος Παλλήνης, Θανάσης Ζούτσος, για το πως έχει καταφέρει να θυμίζει η ευρύτερη περιοχή απέραντο εργοτάξιο - αφού σκάβει για όμβρια, οδοποιία, ύδρευση, κλπ, με τα 115 σχεδόν εκατ. ευρώ που διεκδίκησε και κατάφερε να πάρει από το ΕΣΠΑ, εφαρμόζοντας το αυτονόητο που για κάποιους άλλους φαίνεται "βουνό": Απλές αρχές σύγχρονου μάνατζμεντ!
ΕΡ: Πως "βρήκε" ο Καλλικράτης τις δημοτικές ενότητες Γέρακα, Παλλήνης και την κοινότητα Ανθούσας και πως εξελίχθηκαν τα πράγματα υπό οικονομικό πρίσμα;
ΑΠ: O πρώην Δήμος Γέρακα ήταν πάντοτε ένας υγιής οικονομικά δήμος, ο οποίος εμφάνιζε πρωτογενές πλεόνασμα σε κάθε οικονομική χρήση, ενώ παράλληλα υλοποιούσε ένα μεγάλο αριθμό έργων, τα οποία κυμαίνονταν από τις βασικές υποδομές - αθλητικές εγκαταστάσεις, πολιτιστικά κέντρα, σύγχρονο Δημαρχείο κ.λ.π. - που είχαν προκύψει από τις ανάγκες μιας πόλης, κατά 85% ενταγμένη στο σχέδιο πόλης, όσο και έως τις κοινόχρηστες και κοινωφελείς εγκαταστάσεις που απαιτούνται για τη λειτουργία αυτής της πόλης.
Το 2010 που ψηφίστηκε ο Καλλικράτης, ο Δήμος Γέρακα είχε ένα καθαρό απόθεμα περί τα 7 εκατ. ευρώ, χωρίς να χρωστάει πουθενά, τα οποία μετέφερε στον νέο Καλλικρατικό Δήμο Παλλήνης. Αντίστοιχα αυτά που μεταφέρθηκαν από την πρώην κοινότητα Ανθούσας ήταν 400.000 ευρώ, με ένα αντίστοιχο ποσό οφειλών ενώ από το Δήμο Παλλήνης υπήρξε ένα ονομαστικό χρέος περί τα 2,1 εκατ. ευρώ, ποσό το οποίο διευρύνθηκε αφού προέκυψαν εκκρεμότητες από απαλλοτριώσεις, δικαστικές εκκρεμότητες, αποζημιώσεις πολιτών κ.λπ.. Η μεγαλύτερη απαίτηση από αυτές αφορούσε αποζημίωση της κατασκευαστικής εταιρείας Reds που προέρχονταν από πράξη εφαρμογής του 2001– για το τρίγωνο Καμπά – ύψους 4,3 εκατ. ευρώ.
ΑΠ: Ένα βασικό στοιχείο για τη βιωσιμότητα ενός Δήμου είναι οι ανελαστικές του δαπάνες. Οι ανελαστικές δαπάνες δυστυχώς στους δήμους φτάνουν πλέον στο 90-95% και ένας μεγάλος συντελεστής σε αυτό το κόστος είναι το κόστος της μισθοδοσίας.
Εκεί λοιπόν το ζήτημα έχει ως εξής: εάν πραγματικά σ ένα Δήμο έχεις περισσότερους ανθρώπους από όσους χρειάζεσαι, από όσα μπορούν να υποστηρίξουν τα έσοδά σου και από όσους αντιστοιχούν στις υπηρεσίες που παρέχεις στον κόσμο, τότε πολύ σύντομα θα βρεθείς αντιμέτωπος και με την πτώχευση ίσως και με το λουκέτο αργότερα. Εδώ είχαμε την ευτυχία τουλάχιστον, να έχουμε μία παράδοση στο να μην επιζητούμε την πρόσληψη προσωπικού, μόνο και μόνο για να κάνουμε ρουσφέτια.
Πάντοτε το προσωπικό ήταν αντίστοιχο, ίσως και ελάχιστα λιγότερο από τις υπηρεσιακές ανάγκες που είχαμε. Άρα ένα βασικό συστατικό των ανελαστικών δαπανών σ ’εμάς είναι ισορροπημένο, ακριβώς από την έλλειψη υπεράριθμου προσωπικού.
Το δεύτερο μεγάλο ζητούμενο στη διαχείριση, τη νοικοκυρεμένη διαχείριση ενός Δήμου, έχει να κάνει με το πώς αξιοποιείς το προσωπικό που έχεις και με το πώς αξιοποιείς τις τεχνολογίες ώστε να μειώσεις το κόστος σου. Εδώ ήταν ένας άλλος τομέας που αυτός ο Δήμος επένδυσε στο να δημιουργήσει ακόμα και εκεί που δεν υπήρχαν ή να αγοράσει εφόσον υπήρχαν εργαλεία τα οποία μας επιτρέπουν να ασκούμε πιο αποδοτικά το έργο μας με μειωμένο κόστος. Αυτά είναι σε μια σειρά από τομείς που μπορεί να ξεκινούν από τη διοίκηση και την παρακολούθηση των οικονομικών, να επεκτείνονται στον τομέα της διαχείρισης απορριμμάτων ή στον τομέα εξοικονόμησης ενέργειας, σε οποιοδήποτε τομέα δηλαδή θα μπορούσε να επωφεληθεί από την ύπαρξη αυτών των εργαλείων, αυτών των τεχνολογιών, ώστε η μεν υπηρεσία προς το δημότη να αναβαθμιστεί στο μέτρο του δυνατού, το δε κόστος να μειωθεί στο ελάχιστο, αποφεύγοντας είτε τρίτους είτε υπεράριθμο προσωπικό το οποίο θα απασχολείται ευκαιριακά και μόνο σ ‘ έναν τομέα.
Αυτό δεν είναι μια δύσκολη συνταγή, απαιτεί όμως πολιτική βούληση κόντρα στη ρουσφετολογική αντίληψη και απαιτεί σαφώς και ένα όραμα για πόλη όπου αντιμετωπίζει τους πολίτες σαν ανθρώπους που πληρώνουν και δικαιούνται υψηλής ποιότητας υπηρεσίες στο χαμηλότερο δυνατό κόστος.
Στο Reporter.gr μίλησε ο Δήμαρχος Παλλήνης, Θανάσης Ζούτσος, για το πως έχει καταφέρει να θυμίζει η ευρύτερη περιοχή απέραντο εργοτάξιο - αφού σκάβει για όμβρια, οδοποιία, ύδρευση, κλπ, με τα 115 σχεδόν εκατ. ευρώ που διεκδίκησε και κατάφερε να πάρει από το ΕΣΠΑ, εφαρμόζοντας το αυτονόητο που για κάποιους άλλους φαίνεται "βουνό": Απλές αρχές σύγχρονου μάνατζμεντ!
ΕΡ: Πως "βρήκε" ο Καλλικράτης τις δημοτικές ενότητες Γέρακα, Παλλήνης και την κοινότητα Ανθούσας και πως εξελίχθηκαν τα πράγματα υπό οικονομικό πρίσμα;
ΑΠ: O πρώην Δήμος Γέρακα ήταν πάντοτε ένας υγιής οικονομικά δήμος, ο οποίος εμφάνιζε πρωτογενές πλεόνασμα σε κάθε οικονομική χρήση, ενώ παράλληλα υλοποιούσε ένα μεγάλο αριθμό έργων, τα οποία κυμαίνονταν από τις βασικές υποδομές - αθλητικές εγκαταστάσεις, πολιτιστικά κέντρα, σύγχρονο Δημαρχείο κ.λ.π. - που είχαν προκύψει από τις ανάγκες μιας πόλης, κατά 85% ενταγμένη στο σχέδιο πόλης, όσο και έως τις κοινόχρηστες και κοινωφελείς εγκαταστάσεις που απαιτούνται για τη λειτουργία αυτής της πόλης.
Το 2010 που ψηφίστηκε ο Καλλικράτης, ο Δήμος Γέρακα είχε ένα καθαρό απόθεμα περί τα 7 εκατ. ευρώ, χωρίς να χρωστάει πουθενά, τα οποία μετέφερε στον νέο Καλλικρατικό Δήμο Παλλήνης. Αντίστοιχα αυτά που μεταφέρθηκαν από την πρώην κοινότητα Ανθούσας ήταν 400.000 ευρώ, με ένα αντίστοιχο ποσό οφειλών ενώ από το Δήμο Παλλήνης υπήρξε ένα ονομαστικό χρέος περί τα 2,1 εκατ. ευρώ, ποσό το οποίο διευρύνθηκε αφού προέκυψαν εκκρεμότητες από απαλλοτριώσεις, δικαστικές εκκρεμότητες, αποζημιώσεις πολιτών κ.λπ.. Η μεγαλύτερη απαίτηση από αυτές αφορούσε αποζημίωση της κατασκευαστικής εταιρείας Reds που προέρχονταν από πράξη εφαρμογής του 2001– για το τρίγωνο Καμπά – ύψους 4,3 εκατ. ευρώ.
Μάλιστα για την απαίτηση αυτή, δεσμεύτηκε από τους τραπεζικούς λογαριασμούς του νέου Δήμου Παλλήνης το εν λόγω ποσό, το οποίο μείωσε αισθητά και άμεσα την ταμειακή ρευστότητα του νέου Δήμου.
Ωστόσο, αυτήν τη στιγμή ο Δήμος Παλλήνης εξακολουθεί να λειτουργεί να είναι οικονομικά υγιής, παρά το γεγονός ότι 4 εκατ. ευρώ από τα χρήματά του δεν μπορεί να τα ακουμπήσει και είναι δεσμευμένα στην τράπεζα.
ΕΡ: Πως "κάνατε νοικοκυριό" και πως οικειοποιηθήκατε το ΕΣΠΑ; Τι κάνατε που δεν το έκαναν άλλοι Δήμοι;
ΑΠ: Σε πρώτη φάση εκείνο που επιδιώξαμε, σχεδόν αμέσως μετά τον Καλλικράτη, ήταν να γίνει κατανοητό από την κεντρική διοίκηση, ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο παράθυρο που έπρεπε να το εκμεταλλευτούμε για να μπορέσουμε να πετύχουμε χρηματοδοτήσεις. Ήδη, από το 2010, είχε αρχίσει να φαίνεται η σταδιακή μείωση των οικονομικών επιχορηγήσεων που παίρνουμε από τους κεντρικούς αυτοτελείς πόρους, ενώ το 2011 φτάσαμε σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα και αυτό ήταν μόνο η αρχή, όπως και πραγματικά έγινε, καθώς σήμερα έχουμε φτάσει σε συνολική μείωση 60%.
Εκεί ξεχωρίσαμε δύο πράγματα: πρώτον, ότι ο Δήμος θα πρέπει να εξασφαλίσει τα έσοδα από την καθιερωμένη θεσμική λειτουργία του για να είναι διαθέσιμα για την παροχή υπηρεσιών προς τους δημότες, αλλά και να αναζητήσει κονδύλια για τα μεγάλα έργα, από εκεί που δίνονταν απλόχερα, εφόσον, όμως, είχε την κατάλληλη προετοιμασία και αυτό ήταν το ΕΣΠΑ, που ήδη έτρεχε με εντατικούς ρυθμούς από το 2009.
Σε αυτήν τη λογική λοιπόν το Γενάρη του 2011 ο Δήμος Παλλήνης πια, οργάνωσε ένα ειδικό τμήμα ωρίμανσης μελετών, παίρνοντας μία ομάδα τριών ανθρώπων από την τεχνική υπηρεσία και φυσικά στελεχώνοντας την εκεί που ήταν απαραίτητο με εξωτερικούς συνεργάτες που είχαν εξειδικευμένη γνώση, ώστε να μπορέσουμε να ετοιμάσουμε γρήγορα μελέτες για την διεκδίκηση έργων του ΕΣΠΑ σε όλους τους τομείς των υποδομών.
Αυτό έγινε για έργα ύδρευσης, δικτύου απορροής όμβριων αποχέτευσης ακαθάρτων, βρεφονηπιακούς σταθμούς, αλλά και για ζητήματα αναπλάσεων για οτιδήποτε δηλαδή θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί. Έτσι, υπήρχε η αντίστοιχη προετοιμασία η οποία είχε ολοκληρωθεί μέχρι και το Σεπτέμβριο 2011, όπου αλλεπάλληλα είχαμε τις υποβολές των προτάσεων αρχικά και μετά τις αλλεπάλληλες εγκρίσεις γι’ αυτά τα προγράμματα.
Συνολικά έχουν εγκριθεί ήδη ή βρίσκονται υπό έγκριση 114,5 εκατ. ευρώ σε προγράμματα χρηματοδοτούμενα 100% από ευρωπαϊκούς πόρους, κάτι το οποίο επιτρέπει στην πόλη να αναπτύξει τις απαραίτητες υποδομές της χωρίς όμως να χαλάει χρήματα από τα ίδια έσοδά της αυτά που μπορούν πλέον να κατευθυνθούν πλέον προς άλλες υπηρεσίες και ιδιαίτερα στον κοινωνικό τομέα που είναι κρίσιμος για αυτή την εποχή.
Αυτή η προετοιμασία, έφερε αποτελέσματα και έγινε την κατάλληλη στιγμή, γιατί όπως γνωρίζετε προηγείται ένα μακρύ χρονικό στάδιο ωρίμανσης των διαδικασιών αλλά και δημοπράτησης αυτών των έργων. Σε περίπτωση που δεν είχαμε ξεκινήσει τόσο σύντομα, τώρα αυτή τη στιγμή, δεν θα βρίσκαμε ανοιχτά μέτρα στο ΈΣΠΑ ή δεν θα προλαβαίναμε τις διαδικασίες συμβασιοποίησης που προβλέπονται αυτή τη στιγμή να είναι μέχρι 31/12/13.
Αυτό που εισπράττουμε σήμερα στην πόλη μας είναι τα αποτελέσματα αυτής της διεργασίας, με έργα υποδομής να γίνονται παντού τα οποία δεν κοστίζουν ούτε μία δεκάρα στους δημότες.
Η φυσική εξέλιξη αυτού του προγραμματισμού είναι ότι τα δικά μας έσοδα από τα διάφορα τέλη και φόρους πηγαίνουν αποκλειστικά και μόνο για την κάλυψη υπηρεσιών, άρα αυτό μας επιτρέπει να έχουμε υψηλού επιπέδου υπηρεσίες με χαμηλό κόστος, χωρίς να επιβαρύνουμε κρυφά τους δημότες με άλλα κόστη για να μπορέσουν να γίνουν συντηρήσεις ή βασικά έργα υποδομών.
ΕΡ: Πως "κάνατε νοικοκυριό" και πως οικειοποιηθήκατε το ΕΣΠΑ; Τι κάνατε που δεν το έκαναν άλλοι Δήμοι;
ΑΠ: Σε πρώτη φάση εκείνο που επιδιώξαμε, σχεδόν αμέσως μετά τον Καλλικράτη, ήταν να γίνει κατανοητό από την κεντρική διοίκηση, ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο παράθυρο που έπρεπε να το εκμεταλλευτούμε για να μπορέσουμε να πετύχουμε χρηματοδοτήσεις. Ήδη, από το 2010, είχε αρχίσει να φαίνεται η σταδιακή μείωση των οικονομικών επιχορηγήσεων που παίρνουμε από τους κεντρικούς αυτοτελείς πόρους, ενώ το 2011 φτάσαμε σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα και αυτό ήταν μόνο η αρχή, όπως και πραγματικά έγινε, καθώς σήμερα έχουμε φτάσει σε συνολική μείωση 60%.
Εκεί ξεχωρίσαμε δύο πράγματα: πρώτον, ότι ο Δήμος θα πρέπει να εξασφαλίσει τα έσοδα από την καθιερωμένη θεσμική λειτουργία του για να είναι διαθέσιμα για την παροχή υπηρεσιών προς τους δημότες, αλλά και να αναζητήσει κονδύλια για τα μεγάλα έργα, από εκεί που δίνονταν απλόχερα, εφόσον, όμως, είχε την κατάλληλη προετοιμασία και αυτό ήταν το ΕΣΠΑ, που ήδη έτρεχε με εντατικούς ρυθμούς από το 2009.
Σε αυτήν τη λογική λοιπόν το Γενάρη του 2011 ο Δήμος Παλλήνης πια, οργάνωσε ένα ειδικό τμήμα ωρίμανσης μελετών, παίρνοντας μία ομάδα τριών ανθρώπων από την τεχνική υπηρεσία και φυσικά στελεχώνοντας την εκεί που ήταν απαραίτητο με εξωτερικούς συνεργάτες που είχαν εξειδικευμένη γνώση, ώστε να μπορέσουμε να ετοιμάσουμε γρήγορα μελέτες για την διεκδίκηση έργων του ΕΣΠΑ σε όλους τους τομείς των υποδομών.
Αυτό έγινε για έργα ύδρευσης, δικτύου απορροής όμβριων αποχέτευσης ακαθάρτων, βρεφονηπιακούς σταθμούς, αλλά και για ζητήματα αναπλάσεων για οτιδήποτε δηλαδή θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί. Έτσι, υπήρχε η αντίστοιχη προετοιμασία η οποία είχε ολοκληρωθεί μέχρι και το Σεπτέμβριο 2011, όπου αλλεπάλληλα είχαμε τις υποβολές των προτάσεων αρχικά και μετά τις αλλεπάλληλες εγκρίσεις γι’ αυτά τα προγράμματα.
Συνολικά έχουν εγκριθεί ήδη ή βρίσκονται υπό έγκριση 114,5 εκατ. ευρώ σε προγράμματα χρηματοδοτούμενα 100% από ευρωπαϊκούς πόρους, κάτι το οποίο επιτρέπει στην πόλη να αναπτύξει τις απαραίτητες υποδομές της χωρίς όμως να χαλάει χρήματα από τα ίδια έσοδά της αυτά που μπορούν πλέον να κατευθυνθούν πλέον προς άλλες υπηρεσίες και ιδιαίτερα στον κοινωνικό τομέα που είναι κρίσιμος για αυτή την εποχή.
Αυτή η προετοιμασία, έφερε αποτελέσματα και έγινε την κατάλληλη στιγμή, γιατί όπως γνωρίζετε προηγείται ένα μακρύ χρονικό στάδιο ωρίμανσης των διαδικασιών αλλά και δημοπράτησης αυτών των έργων. Σε περίπτωση που δεν είχαμε ξεκινήσει τόσο σύντομα, τώρα αυτή τη στιγμή, δεν θα βρίσκαμε ανοιχτά μέτρα στο ΈΣΠΑ ή δεν θα προλαβαίναμε τις διαδικασίες συμβασιοποίησης που προβλέπονται αυτή τη στιγμή να είναι μέχρι 31/12/13.
Αυτό που εισπράττουμε σήμερα στην πόλη μας είναι τα αποτελέσματα αυτής της διεργασίας, με έργα υποδομής να γίνονται παντού τα οποία δεν κοστίζουν ούτε μία δεκάρα στους δημότες.
Η φυσική εξέλιξη αυτού του προγραμματισμού είναι ότι τα δικά μας έσοδα από τα διάφορα τέλη και φόρους πηγαίνουν αποκλειστικά και μόνο για την κάλυψη υπηρεσιών, άρα αυτό μας επιτρέπει να έχουμε υψηλού επιπέδου υπηρεσίες με χαμηλό κόστος, χωρίς να επιβαρύνουμε κρυφά τους δημότες με άλλα κόστη για να μπορέσουν να γίνουν συντηρήσεις ή βασικά έργα υποδομών.
ΕΡ: Πως μπορεί να σταθεί ένας δήμος στα πόδια του; Είναι πλέον εφικτό;
ΑΠ: Ένα βασικό στοιχείο για τη βιωσιμότητα ενός Δήμου είναι οι ανελαστικές του δαπάνες. Οι ανελαστικές δαπάνες δυστυχώς στους δήμους φτάνουν πλέον στο 90-95% και ένας μεγάλος συντελεστής σε αυτό το κόστος είναι το κόστος της μισθοδοσίας.
Εκεί λοιπόν το ζήτημα έχει ως εξής: εάν πραγματικά σ ένα Δήμο έχεις περισσότερους ανθρώπους από όσους χρειάζεσαι, από όσα μπορούν να υποστηρίξουν τα έσοδά σου και από όσους αντιστοιχούν στις υπηρεσίες που παρέχεις στον κόσμο, τότε πολύ σύντομα θα βρεθείς αντιμέτωπος και με την πτώχευση ίσως και με το λουκέτο αργότερα. Εδώ είχαμε την ευτυχία τουλάχιστον, να έχουμε μία παράδοση στο να μην επιζητούμε την πρόσληψη προσωπικού, μόνο και μόνο για να κάνουμε ρουσφέτια.
Πάντοτε το προσωπικό ήταν αντίστοιχο, ίσως και ελάχιστα λιγότερο από τις υπηρεσιακές ανάγκες που είχαμε. Άρα ένα βασικό συστατικό των ανελαστικών δαπανών σ ’εμάς είναι ισορροπημένο, ακριβώς από την έλλειψη υπεράριθμου προσωπικού.
Το δεύτερο μεγάλο ζητούμενο στη διαχείριση, τη νοικοκυρεμένη διαχείριση ενός Δήμου, έχει να κάνει με το πώς αξιοποιείς το προσωπικό που έχεις και με το πώς αξιοποιείς τις τεχνολογίες ώστε να μειώσεις το κόστος σου. Εδώ ήταν ένας άλλος τομέας που αυτός ο Δήμος επένδυσε στο να δημιουργήσει ακόμα και εκεί που δεν υπήρχαν ή να αγοράσει εφόσον υπήρχαν εργαλεία τα οποία μας επιτρέπουν να ασκούμε πιο αποδοτικά το έργο μας με μειωμένο κόστος. Αυτά είναι σε μια σειρά από τομείς που μπορεί να ξεκινούν από τη διοίκηση και την παρακολούθηση των οικονομικών, να επεκτείνονται στον τομέα της διαχείρισης απορριμμάτων ή στον τομέα εξοικονόμησης ενέργειας, σε οποιοδήποτε τομέα δηλαδή θα μπορούσε να επωφεληθεί από την ύπαρξη αυτών των εργαλείων, αυτών των τεχνολογιών, ώστε η μεν υπηρεσία προς το δημότη να αναβαθμιστεί στο μέτρο του δυνατού, το δε κόστος να μειωθεί στο ελάχιστο, αποφεύγοντας είτε τρίτους είτε υπεράριθμο προσωπικό το οποίο θα απασχολείται ευκαιριακά και μόνο σ ‘ έναν τομέα.
Αυτό δεν είναι μια δύσκολη συνταγή, απαιτεί όμως πολιτική βούληση κόντρα στη ρουσφετολογική αντίληψη και απαιτεί σαφώς και ένα όραμα για πόλη όπου αντιμετωπίζει τους πολίτες σαν ανθρώπους που πληρώνουν και δικαιούνται υψηλής ποιότητας υπηρεσίες στο χαμηλότερο δυνατό κόστος.